- ερτζιανός, -ή
- -ό και ερτσιανός, -ή, -ό1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη θεωρία του Γερμανού φυσικού Χερτς.2. ηλεκτρομαγνητικός: Ερτζιανά κύματα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.